Τζένη Κατσαρή Βαφειάδη | Θραύσεις κρυστάλλων στην εποχή της προοδευτικής μεταπολίτευσης

Το τέταρτο πεζογραφικό έργο του Θεσσαλονικιού συγγραφέα Γιώργου Γκόζη [1] Θραύση κρυστάλλων είναι «το πρώτο του εκτενές αφηγηματικό κείμενο», μια και «ο κατακερματισμός και η αποσπασματικότητα» του βίου τον οδηγούσαν «σε μικρής έκτασης ιστορίες. Αυτοτελείς διηγήσεις, δίχως ενιαίο άξονα. Διηγήματα αντί μυθιστορήματος» [2].

Και η Θραύση Κρυστάλλων είναι όντως το εκτενέστερο αφηγηματικό [3] του κείμενο, αφού εκτείνεται σε 302 σελίδες και διαρθρώνεται σε 66 κειμενικές ενότητες –μερικές από τις οποίες λειτουργούν και αυτονόμως ως ολοκληρωμένα διηγήματα [4] και ως τέτοια κάποια είχαν ήδη δημοσιευτεί ή εκδοθεί [5].

Τι είναι όμως η Θραύση κρυστάλλων, με το ιδιαίτερο εξώφυλλο και τα λιγοστά θραύσματα κρυστάλλων εκ των οποίων κυρίαρχο είναι αυτό που απεικονίζει ομιλητικότατον θραύσμα γυναίκας από την περί το εφήβαιον περιοχή;

Μια ιστορία γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο από τον Άρη [6] σε 66 στιγμιότυπα,  που ξεκινά από μια ηλεκτρονική επιστολή (e-mail) προς τη Μαρία, τον εφηβικό του έρωτα, είκοσι πέντε χρόνια μετά την πρώτη γνωριμία τους –συμμαθητές στο ίδιο σχολείο– την εξάμηνη σχέση τους και τον μακρόχρονο χωρισμό τους. Μέσω του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και των e-mailς προς τη Μαρία [7], ο Άρης τής αφηγείται, από το στιγμιότυπο 2 και μετά, όσα συνέβησαν στη ζωή του και στην οικογένειά του, ξεκινώντας την αφήγησή του από την οικογένεια του παππού του, που, μετά τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο, επέλεξαν την πόλη ως τόπο κατοικίας τους, γράφτηκαν στο Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και στο εικονοστάσι τους φύλαγαν τις εικόνες του Άρη Βελουχιώτη και της Παναγίας της Τριχερούσας.

Μαθημένος στα νάματα της ελευθερίας του πατρικού του [8], ο πατέρας του Άρη, ο Πατέρας με Π κεφαλαίο [9], ακολουθεί στην πολιτική τον δικό του δρόμο. Θαυμάζει τον ειρηνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη, εντάσσεται στην ΕΔΑ και συμμετέχει στις διαδηλώσεις της γενιάς του 1-1-4, εγγράφεται στο ΚΚΕ, αποχωρεί όμως σύντομα, μέχρι που στις τρεις Σεπτέμβρη του 1974 συναντάται με το… πεπρωμένο του. Το Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα ή, όπως αποκαλείται  στο μυθιστόρημα, το Κίνημα, του οποίου γίνεται ένα από τα ιδρυτικά στελέχη.  Γιατί, «ο Πατέρας ερμήνευσε το Κίνημα ιδεαλιστικά ήδη από την ονομασία του, όπως επίσης το ερμήνευσε και κατά κυριολεξία, ως όχημα έκφρασης δηλαδή του οράματος της παραγκωνισμένης κοινωνίας των πολιτών, δίχως τη στενή θεώρηση ενός οικονομιστικού μόνον μοντέλου: οι κινηματίες είναι κοινωνιστές, στελέχη […] της κοινωνίας της κοινοκτημοσύνης» [10].

Πληρώνοντάς το αδρά. Γιατί ενώ εμφορούνταν  «από μια συνεπή ιδεολογία ακτημοσύνης, αγωνιστικού πνεύματος και φιλαλληλίας», αυτή  «στο τέλος λειτούργησε ως όπλο το οποίο εκπυρσοκρότησε και Τον πυροβόλησε στον κρόταφο» [11]. Ως εξής:  ο Πατέρας  αγωνίζεται με όλη του την αφοσίωση για την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από το Κίνημα και συγχρόνως για την εκλογή τού παιδικού του φίλου Πέτρου-Πιέρρου στη θέση βουλευτή,  η οποία, ως ήτο τότε λογικό ως ανταμοιβή στον μεγάλο αριθμό ψήφων που έφερε, εξασφαλίζει στον Πιέρρο  θέση σε Υπουργείο. Ο μετονομασθείς Πιέρρος αναθέτει απευθείας το έργο του εποπτικού και διαχειριστικού φόρτου της κρατικής μονοπωλιακής Βιομηχανίας Άλατος στον Πατέρα, ο οποίος και δέχεται, παραβαίνοντας την πάγια αρχή του να αρνείται το δημόσιο χρήμα,  χωρίς όμως να αμοίβεται με παχυλό μισθό. Υπηρετώντας στην Άλατος δέχεται να βοηθήσει «σύντροφο» σε δύσκολη θέση καταβάλλοντάς του δανεικά 3.000.000 δρχ.  για μια εβδομάδα από το ταμείο κάλυψης των διαχειριστικών αναγκών της. Τα δανεικά δεν γυρίζουν πίσω ποτέ, και ο Πατέρας  ζητά διαμεσολάβηση, για τη ρύθμιση του χρέους και την εξόφλησή του μέχρι τελευταίας δεκάρας, συμπεριλαμβανομένων των τόκων, από τον παιδικό του φίλο Πιέρρο στην αρχή. Τους «συντρόφους» του Καϊάφα και Άννα Πάσχη στη συνέχεια, που ο ίδιος είχε φροντίσει για την είσοδό τους στο δημόσιο και κατείχαν πλέον θέσεις στην Άλατος, προκειμένου να προωθήσουν την εισαγωγή τού θέματός του στο Διοικητικό της Συμβούλιο. Οι Πάσχοι αποδεικνύονται άπασχοι [12], και ο Πατέρας του Άρη καταφεύγει στον εκσυγχρονιστή διευθύνοντα σύμβουλο της  Άλατος,  Ράκο Αποκαθημένη [13], καταθέτοντας την πρότασή του για τη σταδιακή εξόφληση. Αυτός επιλέγοντας όμως «την πολιτική της κάθαρσης και της πάταξης της διαφθοράς» ως το καλύτερο πολιτικό του όπλο, προκρίνει τα δικαστήρια και τα υπαγορευμένα πρωτοσέλιδα σε ρόλο άγγελου τιμωρού και με τη δικαιοσύνη του στην κυριολεξία ως ράκος αποκαθημένης [14].

Ακολουθούν οι επί δεκαετία (1990-2000) δικαστικές περιπέτειες  του Πατέρα, με τον οποίο ο Άρης συμπορεύεται σε δικαστήρια, δικηγόρους και εργασία για την επιβίωση,  μέχρι που ο Πατέρας του στο τέλος δικαιώνεται πλήρως και αφού στο μεταξύ έχει αποδώσει μέχρι τελευταίας δεκάρας τα χρεωστούμενα στο δημόσιο. Για να φύγει από τη ζωή από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου στα 57 του χρόνια [15],  έναν μόλις χρόνο μετά την αθώωσή του.

Αυτή είναι η ιστορία του αφηγήματος σε αδρές γραμμές. Δεν είναι όμως καθόλου μονότροπη όπως παραπάνω παρουσιάζεται, ούτε ο χρόνος της είναι ευθύγραμμος, αφού δυο είναι οι βασικοί θεματικοί πυρήνες της. Η ιστορία της πολιτικής δίωξης του Πατέρα του Άρη και η πλήρης διάψευσή του από την πορεία του Κινήματος που θα έφερνε την αλλαγή, και εν παραλλήλω η ερωτική ιστορία του Άρη με τη Μαρία, προς την οποία ο Άρης αφηγείται συστηματικά, και χρόνο τον χρόνο, τα γεγονότα από την έλευση του Πα.Σο.Κ στην εξουσία, την αλλοτρίωση λόγω εξουσίας των «συντρόφων» του, το βρώμικο ’89, τη Συγκυβέρνηση, την Οικουμενική, τις αλλεπάλληλες εκλογές τη δεκαετία του ’90.

Τη συνεχή ροή των πολιτικών γεγονότων που έχουν σχέση με την «πρώτη ουσιαστικά αριστερή κυβέρνηση στην Ελλάδα από τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους» [16]  διακόπτουν όμως οι ηλεκτρονικές επιστολές του Άρη προς τη Μαρία, που εγκιβωτίζουν μνήμες από την ερωτική τους ιστορία και τη διαρκή αναζήτησή της μέχρι τα δεκαοκτώ του χρόνια, αλλά και από τις προσωπικές του περιπέτειες για την εισαγωγή του στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, τα χρόνια του στον στρατό, τη γνωριμία με τη σύζυγό του Ηλιάνα, τον γιο  και το διαζύγιό τους.

Το εκτενές αυτό αφήγημα του Γιώργου Γκόζη θα πρέπει ωστόσο να εκληφθεί ουσιαστικά ως ένα λίαν απαιτητικό και πολλών επιπέδων λογοτεχνικό παλίμψηστο. Για πολλούς λόγους, μερικοί από τους οποίους και οι κάτωθι:

  1. Οι συχνές διακειμενικές αναφορές του στα βιβλία της Αγίας Γραφής, αλλά κυρίως  στη σύγχρονη νεοελληνική και ξένη πεζογραφία,[17] το εύρος των οποίων δείχνει πλήρη εποπτεία της συγγραφικής παραγωγής  της σχετικής με τη θεματική και τον χρόνο[18] του μυθιστορήματος. 
  2. Οι επίσης συχνές αναφορές [19] σε  τραγούδια ελλήνων και ξένων μουσικών  και κινηματογραφικές ταινίες που  διασπούν  τη μονοφωνικότητα του πρωτοπρόσωπου αφηγητή και αποδίδουν μια έμμεση πλούσια πολυτροπικότητα στο αφήγημα.
  3. Η  τολμηρή γλώσσα, σύμμεικτη από  λέξεις, αλλά και σχήματα –όπως τα συχνά δυαδικά αυτοαναιρούμενα σχήματα– από τη χριστιανική βυζαντινή γραμματεία.

Επιλέγοντας, μια ακόμη παρατήρηση σχετική με το λογοτεχνικό ήθος των ηρώων, του Πατέρα και του Άρη, στον οποίο οφείλουμε το μυθιστόρημα. Ολοκληρώνοντας την ανάγνωση κάποιος θα μπορούσε να αποφανθεί ότι αυτό γράφτηκε για να ηρεμήσει η ψυχή και των δυο, από την εμμονή σε μια αξία η οποία φαίνεται ανεπιστρεπτί χαμένη. Την αξία του προσωπικού ήθους και της αγάπης, την οποία το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα συλλήβδην απορρίπτει, θεωρώντας ότι όλοι και όλα ανέκαθεν, αλλά και σήμερα ιδίως, έχουν μια τιμή εξαγοράς. Ο Πατέρας του Άρη την «πάτησε» έτσι, έχοντας εμπιστοσύνη στους ανθρώπους. Όμως παρόλο που η τρέχουσα λογική βδελύσσεται αυτήν την αρχή, ο αφηγητής Άρης εμμένει στον Παύλειο ύμνο της αγάπης από την Α’ προς Κορινθίους επιστολή του:

«Εμείς εξακολουθούμε να πορευόμαστε ακάθεκτοι με τις ρωγμές μας από τότε που διαπιστώσαμε πως η θραύση κρυστάλλων εκτός από ασφαλιστήριος όρος στα συμβόλαια οχημάτων είναι και μια οδυνηρή διαπίστωση. Δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, δηλαδή κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν, αναζητούμε εντός μας τα κομμάτια του μεγάλου καθρέφτη ως Αρχέτυπου, εκείνου που έσπασε και κατακερματίστηκε σε πολλά καθρεφτάκια, σκόρπια πλέον εδώ κι εκεί. Και όσα καταφέρουμε να βρούμε πάλι, αφού τα τοποθετήσουμε όλα μαζί, όλοι μαζί, σε ένα μεγάλο παζλ, προσπαθούμε να συγκολλήσουμε αυτές τις κάθε είδους ρωγμές ώστε να τον κρεμάσουμε ανακλαστικό και απαστράπτοντα στη γιορτή μας, στη Γιορτή του Σπασμένου Καθρέφτη».

Εμμένει, όπως ακριβώς και οι ρώσοι ομότεχνοί του… Η αγάπη, η ομορφιά,  θα σώσει τον κόσμο [20].  

Η Ξανθή-Τζένη Κατσαρή-Βαφειάδη είναι φιλόλογος και Επιμελήτρια Εκδόσεων.


[1] Πρωτοεμφανίστηκε στον χώρο της ελληνικής λογοτεχνίας με τη συλλογή διηγημάτων Νυχτερινός στο βάθος, Νεφέλη, Αθήνα 2002. Δέκα χρόνια μετά,  κυκλοφόρησε την επίσης συλλογή διηγημάτων Αφήστε με να ολοκληρώσω, Πόλις, Αθήνα 2012. Το 2016 με το Γκουανό του δοκιμάζεται στο εκτενέστερο αφηγηματικό είδος της νουβέλας, που συναρθρώνεται όμως από πέντε επιμέρους «μονολόγους σε σκυταλοδρομία» (Λίζυ Τσιριμώκου, «To ανθρωπολίπασμα της Ιστορίας – Πέντε γλαφυροί μονόλογοι σε σκυταλοδρομία. Πέντε πρόσωπα ανιστορούν τη δύσκολη ζήση τους», Το Βήμα, 15 Απριλίου 2016). 


[2]  σ. 247. Στο μυθιστόρημα υπάρχουν και άλλα, εκτενή μάλιστα, αυτοαναφορικά σχόλια του συγγραφέα, όπως στις σελίδες 10-13.


[3] Έχει ενδιαφέρον ότι ο συγγραφέας υπαινικτικά κατατάσσει τη ΘΚ στα μυθιστορήματα, περιγράφοντάς την απλώς ως το εκτενέστερο αφηγηματικό του κείμενο. Η επιλογή αυτή μάλλον δεν είναι τυχαία, καθώς με τον τρόπο αυτό ίσως επιδιώκει να ενισχύσει την αληθοφάνεια των παθημάτων του κεντρικού του ήρωα, του Πατέρα του, τα οποία περιγράφει σε πρώτο πρόσωπο.


[4]  Στην αίσθηση αυτή κατά πολύ συμβάλλουν και οι 66 τίτλοι-σχόλια των κειμενικών ενοτήτων που συναποτελούν το μυθιστόρημα και σχολιάζουν με απόλυτη σχεδόν πυκνότητα τον θεματικό τους πυρήνα, με «εργαλεία» την ευφυή εικαστικότητα, το λανθάνον χιούμορ, την ανατρεπτικότητα και την έκπληξη από τον αναπάντεχο συνδυασμό γλωσσικών σημείων, με λέξεις σε δημοτική και καθαρεύουσα, αρχαία ελληνική, βυζαντινή, λατινική και αγγλική γλώσσα, καθώς και λέξεις με ιστορικά συμφραζόμενα. Δείγματος χάριν, «Αιτία θανάτου: Οξύ Κίνημα του μυοκαρδίου», «Το γράμμα κάπα ως κοινή ίσαλος γραμμή», «Θερμιδώρ το καταχείμωνο», «Μήνας Ανθεστηριώνας στο Τσερνόμπιλ», κ.ά.


[5] Ενδεικτικά, το τεμάχιο 26 με τίτλο «Σαμπάιλε» δημοσιεύτηκε ως διήγημα στις «Ιστορίες της Κυριακής» του εντύπου περιοδικού Κ  της Καθημερινής της Κυριακής και το τεμάχιο 50 με τίτλο «Η δόξα στην Αγία Παρασκευή» είναι το διήγημα «Η Δόξα στη Διαλογή»  της συλλογής διηγημάτων Ο νυχτερινός στο βάθος. Το ίδιο συνέβη και με το τεμάχιο 29.


[6] Η αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο είναι ίδιον του αυτοβιογραφικού λόγου αλλά και του  απομνημονεύματος που συσχετίζονται και με το ζήτημα της βιωμένης ιστορίας.


[7] Μια ακόμη αποτύπωση της μετεξέλιξης του κλασικού επιστολικού μυθιστορήματος σε ηλεκτρονικό επιστολικό.


[8] «Η ελευθερία καθόρισε τον Πατέρα. Κυλούσε γενετικά στο αίμα, όπως κυκλοφορούσε και η αύρα της… παντού στο πατρικό του», ΘΚ, σ. 44-45.


[9] Ενδιαφέρουσα επιλογή τόσο του κεφαλαίου γράμματος Π στη γραφή της λέξης Πατέρας όσο και των πτώσεων του προσωπικού άρθρου και των κτητικών αντωνυμιών που συνοδεύουν τη λέξη. Ο τρόπος αυτός κεφαλαιογράμματης γραφής των προαναφερθεισών λέξεων είναι συχνός στα θεολογικά κείμενα που αφορούν στον Θεό Πατέρα και τον Ιησού Χριστό.


[10]  σ. 49, 50.


[11] σ. 51.


[12] σ. 156.


[13] Βιβλική έκφραση: «Ως ράκος αποκαθημένης πάσα η δικαιοσύνη ημών» (Ησαῒας 6).


[14]  «Τα παλικάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν» είναι ο τίτλος του σχετικού στιγμιοτύπου συνάντησης του Πατέρα με τον Αποκαθημένη, σ. 162-171.


[15] Στο μυθιστόρημα και οι άλλοι δυο αδελφοί του Πατέρα πεθαίνουν στα 57 τους χρόνια.


[16] σ. 50. Στην τριχοτόμηση μεταπολιτευτικά του εαμογενούς κόσμου (ΚΚΕ, ΚΚΕ Εσωτερικού και Πα.Σο.Κ) αναφέρεται και ο Αντώνης Λιάκος, Ο ελληνικός 20ος αι., Πόλις, Αθήνα 2019, σ. 670.


[17] Δεν χρησιμοποιεί  παραθέματα αλλά λέξεις, τίτλους και σχόλια που προκύπτουν από τον θεματικό τους πυρήνα. Ενδεικτικά αναφέρονται, μεταξύ άλλων, οι: Γιάννης Ατζακάς, Γιώργος Σκαμπαρδώνης, Παντελής Καλιότσος, Χρόνης Μίσσιος, Νίκος Τσιφόρος, Τζωρτζ Όργουελ, Μανουέλ Βάθκεθ Μονταλμπάν, και πολλοί άλλοι.


[18] Αξίζει να αναφερθεί η χρήση ονομασιών των μηνών από το Γαλλικό Δημοκρατικό ή Επαναστατικό Ημερολόγιο  που προήλθαν από τη λατινική και την αρχαία ελληνική γλώσσα.


[19]  Σημειωτέον ότι, με φροντίδα  του συγγραφέα, κατατίθεται πλήρης καταγραφή των στοιχείων του-της αναφερόμενου, -ης τραγουδιού- κινηματογραφικής ταινίας και των δημιουργών τους.


[20] Φράση του Ντοστογιέφσκι. Την εκφέρει ο πρίγκιπας Μίσκιν στον «Ηλίθιο».

Πρώτη δημοσίευση: Λογοτεχνικό περιοδικό Εξιτήριον