Αλεξάνδρα Χριστακάκη στο Διάστιχο για τη “Θραύση Κρυστάλλων”

Ξεκίνησα να διαβάζω τη Θραύση κρυστάλλων του Γιώργου Γκόζη (Εκδόσεις Ποταμός, 2020) και ξενύχτησα ώσπου να τελειώσω την ανάγνωσή της για τρεις λόγους.

Πρώτος, στα βιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα στο αυτί του βιβλίου πολλές αναφορές στην Κομοτηνή, στη Θράκη, στις τοπικές εφημερίδες. Πέταξε η ψυχή μου, γιατί εκεί είναι η γενέτειρά μου, στα μέρη αυτά μαλακώνει η σκέψη μου. Παράξενη ταύτιση χωρίς να γνωρίζω τον συγγραφέα. Σαν να περπατήσαμε στα ίδια χώματα.

Δεύτερος λόγος, η φαινομενική αντίστιξη. Πραγματεύεται θέματα και τραύματα της Αριστεράς με σπουδές που αφορούν τη Θεολογία, την Αγιολογία, τη Χριστιανική γραμματεία και την Εκκλησιαστική ιστορία -όχι την Κοινωνιολογία, ούτε τις πολιτικές επιστήμες, όχι τον υλισμό, αλλά τις μεταφυσικές και υπαρξιακές αναζητήσεις του ανθρώπου. Με αυτό το εργαλείο, αναρωτήθηκα, πώς προσεγγίζει κανείς την ιστορία της αλλαγής σε αυτή την κοινωνία όπου ζούμε και όχι στην επόμενη ζωή; Και εδώ ταυτίστηκα, γιατί βιώνοντας ματαιώσεις και απομαγεύσεις από τη δική μου ενεργή δράση, το υπαρξιακό αρχίζει να με εμποτίζει, χωρίς πια να με ενοχλεί.

Τρίτος λόγος, η ουσία του περιεχομένου που αφορά τη δολοφονία χαρακτήρων από συντρόφους και ομοϊδεάτες σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς, διότι η εντιμότητα και η εμμονή σε ένα αξιακό σύστημα χαρακτηρίζεται αφέλεια και γραφικότητα και σε πετάει στα αζήτητα της ιστορίας. Αντιθέτως οι διεφθαρμένοι, αυτοί που ξέχασαν την καταγωγή τους, τα οράματά τους, που έγιναν ευέλικτοι και προσαρμοστικοί είναι οι θεματοφύλακες της εξουσίας, δυναστεύουν τις ζωές μας και μας απαξιώνουν. Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στην ιστορία του Γιώργου Γκόζη, όμως αυτό το ιστορικό μυθιστόρημα καταγράφει με απόλυτη ακρίβεια την ιστορία της Ελλάδας τριών γενεών ξεκινώντας από τις αρχές του αιώνα και φθάνοντας στο σήμερα. Πρωταγωνιστές οι ηττημένοι. Αυτοί που βρέθηκαν στην ίδια πλευρά της ιστορίας στην Κατοχή, στον Εμφύλιο, στη μεταπολίτευση. Πρωταγωνιστές οι Προοδευτικοί, αυτοί που ανάσαναν όταν εξελέγη το Κίνημα και πίστεψαν ότι με τον σταυρό στο χέρι θα επικρατήσει το δίκαιο. Δεν είδαν τις μεταλλάξεις και τη διαφθορά των συντρόφων τους που άδραξαν την ευκαιρία να απαλλαγούν από την ταπεινή ζωή τους κάνοντας χρήση όλων των προνομίων της εξουσίας και γύρισαν την πλάτη, καταδικάζοντας, λοιδορώντας, καταστρέφοντας ανθρώπινες ζωές, τις ζωές αυτών που επέμειναν να έχουν κορνίζα τον Άρη Βελουχιώτη και την Παναγία τη Βρεφοκρατούσα

Ο πατέρας του ήρωα, του Άρη, ήταν τέτοιος: και με το Κοινωνικό Συμβόλαιο και με την Αγία Γραφή. Μέχρι τέλους. Γιατί αυτή είναι η Ελλάδα. Και τον εξόντωσαν οι ευέλικτοι, οι ρεαλιστές, οι προσγειωμένοι, οι μεταλλαγμένοι, τα λαμόγια της εξουσίας. Κατέστρεψαν όχι μόνο τη ζωή του έντιμου κινηματικού πατέρα, αλλά και του γιου του. Ο Άρης έγινε αλαζόνας λύκος, αχόρταγος, οχυρωμένος πίσω από τα κοφτερά του δόντια, γιατί δεν είχε ξεπεράσει τις αμέτρητες αρχέγονες φοβίες του. Ο Άρης για να επιβιώσει έπρεπε να γίνει σκληρός, ανέκφραστος, χωρίς συναισθήματα, χωρίς να τολμά να λέει «σ’ αγαπώ». Ο καθρέφτης του Άρη είχε γίνει θρύψαλα, γιατί ήταν σαν μωσαϊκό με υψομετρικές διαφορές. Όχι ενιαίο στρωτό δάπεδο. Ο καθρέφτης είχε ρυτίδες. Οι ρυτίδες έγιναν ρωγμές και ράγισε το πρωτότυπο. Η ζωή του ήταν αλλόκοτη. Χωρίς βοήθεια από κανέναν. Λύκος μοναχικός. Έγινε. Δεν ήταν. Και αυτός ο Άρης, που τον ταλάνιζε πάντα ένα «γιατί» όταν ήταν έφηβος, τελικά πέτυχε τη λήθη προκειμένου να επιβιώσει: διέγραψε συναισθήματα και παρελθόν. Μπορεί άραγε αυτός ο λύκος να ξαναγίνει άνθρωπος κανονικός; Να φωνάξει δυνατά αυτό το «σ’ αγαπώ»; Και αν ναι, τι πρέπει να εγκαταλείψει και με ποιο τίμημα; Ο συγγραφέας θέλει να ξανακερδίσει τη Μαρία των εφηβικών του χρόνων. Να της πει «σ’ αγαπώ». Εκείνη ζει. Ο πατέρας πέθανε και δεν ακούει. Άραγε, θα τα καταφέρει;

Παρατίθενται με απόλυτη ακρίβεια τα πολιτικά γεγονότα της δεκαετίας του ’80 και του ’90, συμπυκνωμένα τα μεγάλα γεγονότα του «βρόμικου ’89» και η πολιτική ανθρωπογεωγραφία και ανθρωποφαγία –πολιτική και φυσική εξόντωση– όσων πηγαίνουν κόντρα στο ρεύμα. Συμβαίνει σε όλους τους κομματικούς μηχανισμούς, λέω εγώ. Απλώς στην Αριστερά πονάει πολύ. Εδώ ο συγγραφέας χειρίζεται αριστοτεχνικά το υπαρξιακό και ψυχαναλυτικό κομμάτι της ανθρώπινης εξόντωσης όσων επιμένουν να έχουν εντιμότητα, τη διαχείριση του τραύματος, τη σκουριά που ενσταλάζει στις ανθρώπινες ψυχές και στις αλλαγές που επιφέρει. Ο αχόρταγος λύκος, θα μπορούσε να είναι ένας άλλος τίτλος. Γλώσσα πλούσια και λέξεις επινοημένες. Όσο για τα τραγούδια που τον σφράγισαν, ακτινογραφία μιας εποχής.

Το συνιστώ.

Πρώτη δημοσίευση: 2 Ιουνίου 2021 στο ψηφιακό λογοτεχνικό περιοδικό Διάστιχο